ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Post Top Ad

Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Η ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΑΠΑΤΗ ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ... Follow The Money


Η  ΤΕΡΑΣΤΙΑ  ΑΠΑΤΗ   ΤΩΝ  ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ...

Follow  The  Money

ΤΟ  ΚΕΙΜΕΝΟ  ΕΙΝΑΙ  ΟΛΟΚΛΗΡΟ ,  ΕΧΕΙ  ΑΝΑΡΤΗΘΕΙ  ΑΠΟ  ΤΗΝ  Κυρ.

ΒΙΤΩΡΑΚΗ  ΑΝΔΡΙΑΝΝΑ  ΣΤΟ  ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ...

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ  ΑΝΑΦΕΡΕΙ  ΚΑΙ  ΤΙΣ  ΠΗΓΕΣ  ΤΩΝ  ΕΡΕΥΝΩΝ  ΤΗΣ ...

Προπτυχιακή Εργασία

Βιτωράκη Ανδριάνα

Ιδιωτικοποίηση και Συνταγματικά Δικαιώματα

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΑ ΑΤΟΜΙΚΑ

&

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

٭ ΘΕΜΑ: ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ٭

ΒΙΤΩΡΑΚΗ ΑΝΔΡΙΑΝΑ

ΜΑΙΟΣ 2005


►ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

I)Εισαγωγή

II)Εισαγωγικές παρατηρήσεις

III)Ιστορική εξέλιξη ιδιωτικοποιήσεων

IV)Σύγκριση ιδιωτικής-κρατικής εξουσίας-Διαδικασία ιδιωτικοποιήσεων

V)Ιδιωτικοποιήσεις μέσω μετοχοποιήσεων

VI)Ιδιωτικοποιήσεις, συνταγματικά δικαιώματα και συνταγματικό δίκαιο

VII)Κατηγοριοποίηση του πλαισίου των ιδιωτικοποιήσεων από άποψη συνταγματικού δικαίου

-α)απόλυτες απαγορεύσεις

-β)σχετικές απαγορεύσεις

-γ)απεριόριστη δυνατότητα ιδιωτικοποίησης

VIII)Σε ποιόν ανήκει η αρμοδιότητα μεταβίβασης στον ιδιωτικό τομέα

IX)Ιδιωτικοποίηση και Ευρωπαϊκή Ένωση

X)Συγκεντρωτικές παρατηρήσεις

XI)Συμπεράσματα

XII)Περίληψη


● Εισαγωγή

Οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούν ένα ιδιαίτερο και σύγχρονο θέμα, συνταγματικής κυρίως

φύσης, στο πλαίσιο του οποίου ανακύπτουν διαρκώς νέοι προβληματισμοί και ζητήματα για

τον εφαρμοστή κι ερμηνευτή του δικαίου. Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται εν πρώτοις τα

θέματα της έννοιας των ιδιωτικοποιήσεων και της διάκρισής της από αυτή των

αποκρατικοποιήσεων, της διάκρισης των μορφών τους και της διαδικασίας τους .  ́Εχοντας

ανατρέξει στην ιστορική διαδρομή των ιδιωτικοποιήσεων μας δίνεται η ευκαιρία να

αντιληφθούμε εναργέστερα τα αίτια και τη σημασία τους από άποψη συνταγματικού δικαίου

γενικότερα καθώς και τις συνέπειες τους στα συνταγματικά δικαιώματα ειδικότερα, που είναι

άλλωστε κι ο κύριος στόχος της μελέτης αυτής. Συγκεκριμένα, θα εξετάσουμε τα

συνταγματικά όρια που τυχόν τίθενται στον κοινό νομοθέτη, τις περιπτώσεις στις οποίες

υπάρχει απόλυτη απαγόρευση ιδιωτικοποιήσεων, τις ιδιωτικοποιήσεις υπό όρους, τις

απεριόριστες ιδιωτικοποιήσεις και τέλος το ζήτημα κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ τυπικού


νομοθέτη και κανονιστικώς δρώσας διοίκησης στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης. Αφού

επιχειρήσουμε να αναλύσουμε τα παραπάνω θέματα, ακολούθως θα προσεγγίσουμε το

ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων στις χώρες της Ε.Ε., αναλύοντας τόσο το θεωρητικό και

εμπειρικό όσο και το θεσμικό πλαίσιο τους.

● Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Ο όρος ιδιωτικοποίηση χρησιμοποιείται για να υποδηλωθεί η μεταβίβαση μιας αρμοδιότητας

ή επιχείρησης από τον δημόσιο στον ιδιωτικό τομέα, που μπορεί να γίνει με διάφορες

μορφές και σε διαφορετική κάθε φορά έκταση. Οπότε και ο όρος «ιδιωτικοποίηση» αποκτά

και διαφορετικό εννοιολογικό περιεχόμενο. Έτσι ιδιωτικοποίηση καλείται η μετατροπή ενός

νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή μιας διοικητικής αρχής, σε νομικό πρόσωπο

ιδιωτικού δικαίου. Ακόμη γίνεται λόγος και για ιδιωτικοποίηση κανόνων δικαίου για να

δηλωθεί η θέσπιση από ιδιώτες (κυρίως επαγγελματικές οργανώσεις) κανόνων (συνήθως

τεχνικού τομέα), οι οποίοι στη συνέχεια με κρατική πράξη λαμβάνουν το χαρακτήρα

κανόνων δικαίου.

Στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης και προς πληρέστερη ανάλυση της έννοιας της

ιδιωτικοποίησης σε σχέση με τα συνταγματικά δικαιώματα, πρέπει να διακριθούν οι κύριες

μορφές της με βασικό κριτήριο το εάν το κράτος διατηρεί ή όχι τον έλεγχο της

μεταβιβασθείσας δραστηριότητας: 1) Καταρχήν ως ιδιωτικοποίηση μπορεί να περιγραφεί το

φαινόμενο εκείνο όπου μία δραστηριότητα δεν ασκείται πια από δημόσιο νομικό πρόσωπο

του κράτους ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, αλλά από νομικό πρόσωπο ιδιωτικού

δικαίου ταυτόχρονα όμως ανήκει εξ’ ολοκλήρου ή κατά πλειοψηφία στο κράτος. Κατ’ αυτό

τον τρόπο μπορεί μεν το νομικό πρόσωπο να ανήκει στο κράτος, λειτουργεί όμως κατά τους

κανόνες του ιδιωτικού δικαίου. 2) Δεύτερη μορφή ιδιωτικοποίησης αποτελεί η παραχώρηση

από το κράτος μίας δραστηριότητας σε έναν ή περισσότερους ιδιώτες (φυσικά ή νομικά

πρόσωπα) χωρίς όμως να διατηρεί τον έλεγχο της μεταβιβασθείσας δραστηριότητας. Ως

παράδειγμα θα μπορούσε να αναφερθεί η κατάργηση κρατικών μονοπωλίων και η

απελευθέρωση της σχετικής αγοράς. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή ορθότερο είναι να

γίνεται λόγος για αποκρατικοποίηση κι όχι για ιδιωτικοποίηση. Με τον όρο

«αποκρατικοποίηση» τονίζεται εναργώς η αποδέσμευση της εκάστοτε δραστηριότητας από

το κράτος (είτε αυτό ενεργεί μέσω διοικητικών αρχών και νομικών προσώπων δημοσίου

δικαίου είτε μέσω νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου) ενώ αντίθετα ο όρος

ιδιωτικοποίηση υποδηλώνει την απλή αλλαγή της μορφής της άσκησης κρατικής

δραστηριότητας.

● Ιστορική εξέλιξη των ιδιωτικοποιήσεων

Οι ιδιωτικοποιήσεις αποτέλεσαν σχεδόν παγκόσμιο φαινόμενο τη δεκαετία του 1990 που τα

έσοδα από τις σχετικές πράξεις σε όλο τον κόσμο ξεπέρασαν το ένα τρισεκατομμύριο

δολάρια, από τα οποία το 60% πραγματοποιήθηκαν στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. και κυρίως στις

χώρες της Ε.Ε. Πρωτοπόρος στην προώθηση σχεδίων ιδιωτικοποίησης κι αποκρατικοποίησης

επιχειρήσεων του δημοσίου, υπήρξε η κυβέρνηση της Μάργκαρετ Θάτσερ1 στη Μεγάλη

Βρετανία στις αρχές της δεκαετίας του 1980.Η μεγάλη ανάπτυξη των ιδιωτικοποιήσεων από

το 1980, ήταν η απάντηση στη μεγάλη έκταση που είχε λάβει ο δημόσιος τομέας μετά τη

μεταπολεμική περίοδο, στην ιδιοκτησία παραγωγικών μονάδων και πόρων, καθώς και

υποδομών. Στην εδραίωση των ιδιωτικοποιήσεων συντέλεσαν οι ραγδαίες οικονομικές,

πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης. Από τη μια μεριά

ήταν η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στις χώρες της Κεντρικής και

Ανατολικής Ευρώπης και από την άλλη η ανάγκη για βελτίωση των δημοσιονομικών

μεγεθών με βάση τους στόχους που τέθηκαν με τη Συνθήκη του Μαάστριχ το 1992. Ο

μεγάλος αριθμός ιδιωτικοποιήσεων των τελευταίων ετών στην Ελλάδα, αιτιολογείται με την

προσπάθεια ένταξης της χώρας μας στην Ο.Ν.Ε. Η διάταξη του άρθρου 222 ΣυνθΕΚ ορίζει

ότι η Συνθήκη αυτή «δεν προδικάζει με κανένα τρόπο το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα

κράτη-μέλη».

1Βλ. Γιώργος Μ. Παπαϊωάννου <<Οικονομική πολιτική και Ο.Ν.Ε>>σελ.4-8


Το άρθρο 90 ΣυνθΕΚ στην 2η παράγραφο ορίζει ότι «οι επιχειρήσεις που είναι

επιφορτισμένες με τη διαχείριση γενικού οικονομικού συμφέροντος ή που έχουν χαρακτήρα

δημοσιονομικού μονοπωλίου, υπόκεινται στους κανόνες της παρούσας συνθήκης, ιδίως

στους κανόνες ανταγωνισμού, κατά το μέτρο που η εφαρμογή των κανόνων αυτών δεν

εμποδίζει, νομικά ή πραγματικά, την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει

ανατεθεί. Η ανάπτυξη των συναλλαγών δεν πρέπει να επηρεάζεται σε βαθμό ο οποίος θα


αντίκειτο προς το συμφέρον της Κοινότητας». Έτσι λοιπόν η παραπάνω διάταξη επιτάσσει

στα Κράτη-μέλη την άρση των κρατικών μονοπωλίων (ειδικότερη μορφή ιδιωτικοποίησης),

εκτός αν η εν λόγω άρση εμποδίζει την εκπλήρωση της αποστολής που έχει ανατεθεί στις

μονοπωλιακές επιχειρήσεις. Πάντως και στην τελευταία αυτή περίπτωση επιβάλλεται η

κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου εφόσον η διατήρησή του θα αντίκειται στο συμφέρον

της Κοινότητας.

Σημαίνων είναι και ο ρόλος του εθνικού δικαίου (στο σημείο αυτό δεν εννοείται το

συνταγματικό δίκαιο) στην ιδιωτικοποίηση . Η συμβολή του σχετίζεται με την επιθυμία του

νομοθέτη να ρυθμίζει κανονιστικά όλο και περισσότερους τομείς της κοινωνικής

δραστηριότητας με αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέες διοικητικές αρμοδιότητες και

διοικητικές αρχές. Προκειμένου, λοιπόν, το κράτος να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του

αυτές , θα πρέπει ή να προσλάβει νέο διοικητικό προσωπικό ή να αποδεσμευτεί από ήδη

ανειλημμένες αρμοδιότητες μεταθέτοντας αυτές στον ιδιωτικό τομέα. Χαρακτηριστικό

παράδειγμα εφαρμογής της παραπάνω πρότασης είναι η μεταβίβαση από το νομοθέτη

αρμοδιοτήτων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης χωρίς όμως οι τελευταίοι να

διαθέτουν την κατάλληλη διοικητική υποδομή, το απαραίτητο προσωπικό και πόρους. Ως

αποτέλεσμα οι Ο.Τ.Α μεταβιβάζουν με τη σειρά τους τις αρμοδιότητες, που είχαν ανατεθεί σ’

αυτούς από το κράτος, σε ιδιώτες.

● Σύγκριση ιδιωτικής και κρατικής ιδιοκτησίας-Η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων.

Η θεωρία των ιδιωτικοποιήσεων αποτελεί υποσύνολο μιας ευρύτερης θεωρίας για το ρόλο

του κράτους στην οικονομία. Έτσι οι ιδιωτικοποιήσεις έρχονται σε αντίθεση με πολλές

θεωρίες που υποστηρίζουν την ύπαρξη ενός εκτεταμένου δημοσίου τομέα που διασφαλίζει

την αποτελεσματικότητα εκεί όπου η αγορά αποτυγχάνει.1 Ωστόσο οι ιδιωτικοποιήσεις

υπήρξαν η απάντηση στη δυσκολία ανταπόκρισης με επιτυχία των δημόσιων επιχειρήσεων

σε ένα διαρκώς εξελισσόμενο ανταγωνιστικό παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.

1Βλ. Γιώργος Μ. Παπαϊωάννου<<Οικονομική Πολιτική και Ο.Ν.Ε σελ.8-12

Εφόσον λοιπόν οι ιδιωτικοποιήσεις προάγουν τον ανταγωνισμό κι ο ανταγωνισμός οδηγεί

στην αποτελεσματικότητα, οι ιδιωτικοποιήσεις αποδεικνύονται αποτελεσματικές. Άλλωστε,

προκύπτει από τη διερεύνηση περιπτώσεων σε οικονομίες, ανεξάρτητα από το αν βρίσκονται

σε μετάβαση, ότι μετά τις ιδιωτικοποιήσεις αυξάνεται η αποδοτικότητα των

ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων, οι επενδύσεις, η κερδοφορία. Ειδικότερα, από τις μελέτες

για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης( η οικονομία των οποίων βρίσκεται σε

μετάβαση) αποδεικνύεται ότι υπάρχει και έντονη θετική σχέση μεταξύ εξωτερικής ιδιωτικής

ιδιοκτησίας και απόδοσης. Επιπροσθέτως, η αδυναμία των κυβερνήσεων να δεσμευτούν σε

μία συγκεκριμένη επιχειρηματική πολιτική προσθέτει έναν ακόμα λίθο στην

αναποτελεσματικότητα του κράτους και ταυτόχρονα στα υπέρ της ιδιωτικοποίησης

επιχειρήματα. Κατ’ αυτό τον τρόπο η θεωρητική συζήτηση γύρω από την

αποτελεσματικότητα της κρατικής έναντι της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των παραγωγικών πόρων

και το αντίθετο επικεντρώνεται σε ζητήματα όπως ο ρόλος που πρέπει να αναλαμβάνει το

κράτος ανεξάρτητα από το αν είναι ή δεν είναι ιδιοκτήτης μέσων παραγωγής, τις επιπτώσεις

των ιδιωτικοποιήσεων σε σχέση με το μεγάλο ή μικρό βαθμό αποτυχίας της αγοράς και τους

παράγοντες που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των δύο βαθμών ιδιοκτησίας.

Από τη στιγμή που θα ληφθεί από την κυβέρνηση η απόφαση πραγματοποίησης μιας

ιδιωτικοποίησης, σειρά έχει η ανεύρεση της μεθόδου με την οποία θα πουληθεί η

επιχείρηση.

Η απόφαση αυτή είναι ιδιαίτερα δύσκολη κυρίως γιατί η ιδιωτικοποίηση αποτελεί μέρος μιας

συνεχούς διαδικασίας με έντονα στοιχεία πολιτικής και οικονομίας.1Ο Gibbοn (1997)

ακολουθεί την εξής μέθοδο: 1) Ανάπτυξη του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου ώστε να

ευδοκιμήσει η δομή της ιδιωτικοποίησης 2) Παροχή των κατάλληλων μέτρων επίδοσης για

τη δημόσια επιχείρηση που πωλείται μέσω αξιόπιστων λογιστικών στοιχείων 3) Ανάπτυξη-αν

είναι αναγκαίο-νέων ρυθμιστικών δομών 4)Ακριβής προσδιορισμός της σχέσης της

επιχείρησης και Δημοσίου μετά την πώληση. Είναι αυτονόητο ότι λόγω του υψηλού βαθμού

πολυπλοκότητας των επιτευκτέων μέσω της ιδιωτικοποίησης στόχων, διαφορετικές χώρες

χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους ιδιωτικοποίησης. Οι κυριότερες μέθοδοι που έχουν

επιλεγεί για το σκοπό αυτό είναι: 1) Η δημόσια διαπραγμάτευση στις αγορές κεφαλαίων 2)

Η πώληση σε στρατηγικούς επενδυτές 3) Η διάθεση μετοχών σε στελέχη και εργαζομένους

4) Η άμεση πώληση περιουσιακών στοιχείων.2

___________________________________________________________

1,2 Βλ. Γιώργος Μ. Παπαϊωάννου <<Οικονομική Πολιτική και Ο.Ν.Ε>>

<<Απορύθμιση Αγορών και ιδιωτικοποιήσεις>> σελ.33,34-36,44-45


Το ζήτημα επιλογής της μεθόδου ιδιωτικοποίησης αποτελεί κυρίως θέμα επιλογής μεταξύ

ιδιωτικών και δημόσιων αγορών κεφαλαίου και εξαρτάται κυρίως από το μέγεθος, τη φύση,

ή τη χρηματοοικονομική και ανταγωνιστική θέση της επιχείρησης, τους στόχους που

καλείται να εκπληρώσει η ιδιωτικοποίηση, την αξιοπιστία της κυβέρνησης ως προς το

σεβασμό των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των επενδυτών μετά την ιδιωτικοποίηση.

● Ιδιωτικοποιήσεις μέσω μετοχοποιήσεων1

Στην παράγραφο αυτή αναλύονται οι ιδιωτικοποιήσεις στο πλαίσιο της απόδοσής τους για

τους αγοραστές-επενδυτές που καταφεύγουν στην αγορά τίτλων πρώην δημοσίων

επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιούνται μέσω δημοσίων προσφορών. Οι μετοχοποιήσεις

αποτέλεσαν κατά την περίοδο 1983-1999 την κυρίαρχη μέθοδο για την πραγματοποίηση

επενδύσεων ιδίως στις χώρες του αναπτυγμένου κόσμου. Από τα στοιχεία προκύπτει ότι η

βραχυχρόνια απόδοση των μετοχών ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων είναι θετική.

Ειδικότερα, οι ιδιωτικοποιήσεις μέσω δημοσίων προσφορών οδήγησαν σε σημαντική αύξηση

τόσο της κεφαλαιοποίησης όσο και του όγκου των συναλλαγών.

1Βλ. Γιώργος Μ. Παπαϊωάννου<<Οικονομική Πολιτική και Ο.Ν.Ε>>

Ωστόσο το κύριο οικονομικό όφελος είναι η αύξηση της αποδοτικότητας και της

ρευστότητας στις κεφαλαιαγορές λόγω των νέων χρηματοδοτικών ευκαιριών που

δημιούργησαν οι ιδιωτικοποιήσεις.

● Ιδιωτικοποίηση και συνταγματικό δίκαιο

Στόχος αυτού του κεφαλαίου καθώς και κύριο θέμα της παρούσας μελέτης είναι η απάντηση

στο ερώτημα ποια είναι η επίδραση των ιδιωτικοποιήσεων στα συνταγματικά δικαιώματα,

δηλαδή στα παρεχόμενα στα άτομα κι ως μέλη του κοινωνικού συνόλου θεμελιώδη

πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα τα οποία αποτελούν τις βασικές εξειδικεύσεις

της ανθρώπινης αξίας, κι αν ορισμένα από αυτά θα μπορούσαν να απωλέσουν μέρος της

κανονιστικής τους εμβέλειας στην περίπτωση των ιδιωτικοποιήσεων.

Α) Συνέπειες ιδιωτικοποιήσεων στην άσκηση συνταγματικών δικαιωμάτων:

Τα συνταγματικά δικαιώματα μπορεί μεν να στρέφονται καταρχήν κατά της κρατικής

εξουσίας υπό τη μορφή του δημοσίου νομικού προσώπου του κράτους και των νομικών

προσώπων δημοσίου δικαίου, δεν είναι όμως αυτονόητο ότι το κράτος δεσμεύεται από αυτά

όταν δρα με τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου ή ακόμη περισσότερο αν τα

ατομικά δικαιώματα ισχύουν στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών («τριτενέργεια»). Χαρακτηριστικό

παράδειγμα αποτελεί το δικαίωμα της αναφοράς ενώπιον των διοικητικών αρχών. Πιο

συγκεκριμένα, στο άρθρο 10 του Συντάγματος αναφέρεται ότι καθένας ή πολλοί μαζί

«έχουν δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται στις αρχές». Όταν

αποφασιστεί από το νομοθέτη η μετατροπή μιας διοικητικής αρχής ή ενός νομικού

προσώπου δημοσίου δικαίου σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ελεγχόμενο από το

κράτος, τίθεται το θέμα της εφαρμογής ή μη της παραπάνω συνταγματικής διάταξης. 1

Γιατί στην περίπτωση αυτή, ο ιδιώτης δε μπορεί να υποβάλει αναφορά ενώπιον της

εποπτεύουσας κρατικής αρχής, δεδομένου ότι η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων

περιορίζει το επιτρεπτό περιεχόμενο της αναφοράς στην προβολή αιτιάσεων κατά πράξεων ή

παραλείψεων διοικητικών αρχών και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, εκτός βέβαια αν

υιοθετηθεί η ερμηνευτική εκδοχή σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα της αναφοράς ισχύει

και έναντι των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου του δημοσίου τομέα, τουλάχιστον όταν

αυτά ασκούν δημόσια εξουσία.

1Βλ. Σπύρος Β.Βλαχόπουλος <<Ιδιωτικοποίηση:Το συνταγματικό πλαίσιο μιας πολιτικής

απόφασης>>σελ 15-21


Επιπροσθέτως, ο αντίκτυπος της μεταβίβασης της δραστηριότητας στον ιδιωτικό τομέα, στη

δυνατότητα προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων των ιδιωτών εμφανίζεται οξύτερος στο

ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων ορισμένων αρμοδιοτήτων της περιοριστικής διοίκησης, η

οποία από τη φύση της τείνει σε επέμβαση στις ατομικές ελευθερίες των πολιτών.

Παραδείγματος χάριν όταν ο νομοθέτης επιτρέπει την ίδρυση ιδιωτικών εταιριών

αστυνόμευσης και αποφασίζει την άρση του κρατικού μονοπωλίου στον τομέα αυτό,


ελλοχεύει ο κίνδυνος καταστρατήγησης ορισμένων ατομικών δικαιωμάτων. Πιο

συγκεκριμένα, η λειτουργία των ιδιωτικών εταιριών αστυνόμευσης είναι συνυφασμένη με

περιορισμό της προσωπικής ελευθερίας (άρθρο 5 παρ.3 Σ), του απόρρητου του ιδιωτικού

βίου(άρθρο 9 Σ) και της επικοινωνίας(άρθρο 19 Σ), του δικαιώματος του

συνέρχεσθαι(άρθρο 11 Σ) , ενδεχομένως και της ανθρώπινης ζωής. Προς επίρρωση όλων

των παραπάνω έχει υποστηριχθεί τόσο στην ελληνική όσο και στην αλλοδαπή νομική

θεωρία ότι η ιδιωτικοποίηση επιφέρει μείωση της δικαστικής προστασίας καθώς, σύμφωνα

με το οργανικό κριτήριο που έχει υιοθετήσει η νομολογία του ΣτΕ, το ένδικο βοήθημα της

αίτησης ακύρωσης ασκείται παραδεκτά μόνο κατά των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών

αρχών και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

Παρ’ όλ’ αυτά μια προσεκτικότερη προσέγγιση καταδεικνύει το αβάσιμο των επιφυλάξεων

σχετικά με την ελλιπή παροχή της δικαστικής προστασίας. Στην ουσία το μόνο που αλλάζει

είναι η μορφή παροχής έννομης προστασίας. Μπορεί οι πράξεις των ιδιωτών να μην

προσβάλλονται με το ένδικο βοήθημα της αίτησης ακύρωσης, ωστόσο είναι δυνατή η

άσκηση του οικείου ενδίκου βοηθήματος του αστικού δικονομικού δικαίου. Άλλωστε πολλές

φορές η έννομη προστασία που παρέχεται από τα πολιτικά δικαστήρια υπερτερεί των

διοικητικών δικαστηρίων όπως στην περίπτωση της προσωρινής δικαστικής προστασίας που

περιορίζεται αισθητά στο πλαίσιο του διοικητικού δικονομικού δικαίου. Ακόμη και στο πεδίο

της οριστικής προστασίας η άποψη περί αποτελεσματικότερης παροχής έννομης προστασίας

των διοικητικών δικαστηρίων δε δύναται να ευσταθίσει (ύπαρξη προθεσμιών, έλλειψη

κωδικοποίησης της διοικητικής δικονομίας και συνεπώς ανασφάλεια δικαίου κλπ). Αυτό

εξάλλου ισχύει κατεξοχήν για την ακυρωτική διαδικασία, αφού ο ακυρωτικός δικαστής

ελέγχει μόνο τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης και δε μπορεί να

προβεί σε τροποποίηση ή μεταρρύθμισή της. Ανεξάρτητα πάντως από τις διαφορές μεταξύ

αστικού και δικονομικού δικαίου, η ιδιωτικοποίηση είναι δυνατό να αποβεί υπέρ της έννομης

προστασίας του πολίτη διότι η παράνομη (όχι όμως ανυπόστατη) διοικητική πράξη

εξακολουθεί να αναπτύσσει έννομες συνέπειες μέχρι την ακύρωσή της. Αντιθέτως, οι

δικαιοπραξίες του ιδιωτικού δικαίου που αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου είναι

αυτοδικαίως άκυρες και λογίζονται ως μη γενόμενες(ΑΚ 174,180). Πληρέστερη εμφανίζεται

η έννομη προστασία που παρέχεται από το διοικητικό δικονομικό δίκαιο μόνο στην

περίπτωση της αγωγής αποζημίωσης, δεδομένου ότι οι διατάξεις των άρθρων 105 και 106

ΕισΝΑΚ καθιερώνουν την αντικειμενική αστική ευθύνη για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις

των οργάνων του δημοσίου δικαίου, καθιερώνουν δηλαδή το δικαίωμα αποζημίωσης του

ιδιώτη, ανεξάρτητα από το πταίσμα του οργάνου που προκάλεσε τη ζημιογόνο πράξη ή

παράλειψη. Αντιθέτως, στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, η επιδίκαση αποζημίωσης

προϋποθέτει την ύπαρξη υπαιτιότητας (δόλου, ή αμέλειας) κατά τη διάταξη του άρθρου 914

ΑΚ.

Β) Συνέπειες ιδιωτικοποίησης στη δημοκρατική αρχή:

Οργανωτική βάση του πολιτεύματός μας αποτελεί η δημοκρατική αρχή, δηλαδή η ανάδειξη

του λαού ως φορέα της κυριαρχίας, η οποία διαχέεται σε πλήθος διατάξεων του

Συντάγματος που είναι συστατικές, εγγυητικές και διασφαλιστικές του περιεχομένου της.1

1 Βλ. Μαυριάς Γ. Κώστας <<Συνταγματικό Δίκαιο>>


Η ιδιωτικοποίηση μιας κρατικής δραστηριότητας είναι δυνατό να οδηγήσει και σε αναίρεση

της δημοκρατικής αρχής καθόσον η άσκηση μιας κρατικής δραστηριότητας από ιδιώτη

επάγεται παραβίαση της δημοκρατικής αρχής αφού οι ιδιώτες δεν διαθέτουν την απαραίτητη

δημοκρατική νομιμοποίηση. Προς τούτο άλλωστε, το ΣτΕ θεμελίωσε την άποψή του για την

αντισυνταγματικότητα του ελέγχου στάθμευσης οχημάτων από ιδιωτικές εταιρίες-μεταξύ

άλλων-στο άρθρο 1 παρ.3Σ << Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό>>. Το πρόβλημα

εντοπίζεται στο ότι δεν υπάρχει σύνδεσμος που να ενώνει τους ιδιώτες που ασκούν κρατική

λειτουργία με το εκλογικό σώμα μέσω της εξάρτησης της Κυβέρνησης από το Κοινοβούλιο.

Βέβαια η ύπαρξη δημοκρατικής νομιμοποίησης1 είναι απαραίτητη μόνο όταν

ασκείται<<εξουσία>> κι όχι δραστηριότητα επιχειρηματικής φύσεως. Άλλωστε ισχύει ότι

υπό την προϋπόθεση πως η τήρηση της δημοκρατικής αρχής μπορεί να διασφαλιστεί και με

την εποπτεία της κρατικής εξουσίας επί του ιδιώτη, στον οποίο μεταβιβάζεται η άσκηση της

σχετικής δραστηριότητας, η πρώτη δεν παρεμποδίζει την ιδιωτικοποίηση ή

αποκρατικοποίηση κρατικών δραστηριοτήτων.

Γ)Συνέπειες ιδιωτικοποιήσεων στις συνταγματικές εγγυήσεις της λειτουργίας δημοσίων

υπηρεσιών.1


Το Σύνταγμα περιέχει σειρά διατάξεων που συνδέονται και προστατεύουν τη λειτουργία των

κρατικών αρχών και των δημόσιων επιχειρήσεων. Λόγου χάριν η δυνατότητα της δια νόμου

επιβολής περιορισμών στο δικαίωμα των δημοσίων υπαλλήλων να συνεταιρίζονται(άρθρο 12

παρ.4 Σ), η επιβολή της υποχρέωσης πολιτικής ουδετερότητας των δημοσίων

υπαλλήλων(άρθρο 29 παρ.3 Σ) και η καθιέρωση της μονιμότητας των δημοσίων

υπαλλήλων(άρθρο 103 παρ.4) που κατοχυρώνουν τους κρατικούς λειτουργούς απέναντι σε

πολιτικές επιρροές. Οι παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό με σειρά άλλων νομοθετικών

διατάξεων που αναφέρονται στον Υπαλληλικό Κώδικα και διασφαλίζουν την αποτελεσματική

άσκηση των κρατικών αρμοδιοτήτων, με κύριο στόχο το

συμφέρον του κοινωνικού συνόλου( κωλύματα διορισμού σε περίπτωση ποινικής καταδίκης

ή θέσης υπό απαγόρευση), τα θεμελιώδη καθήκοντα των δημοσίων υπαλλήλων (εχεμύθεια,

προσήκουσα διαγωγή), τους περιορισμούς της εξωϋπηρεσιακής, οικονομικού χαρακτήρα,

δραστηριότητας τους (απαγόρευση συμμετοχής στη διοίκηση ανώνυμης εταιρίας) κ.α.,

1Βλ. Σπύρος Β.Βλαχόπουλος <<Ιδιωτικοποίηση:Το συνταγματικό πλαίσιο μιας πολιτικής

απόφασης>>σελ 22-27

δεν έχουν ως συνέπεια την απαγόρευση της ιδιωτικοποίησης ή αποκρατικοποίησης κρατικών

αρμοδιοτήτων και δημοσίων επιχειρήσεων. Από την άλλη πλευρά βέβαια ο κοινός νομοθέτης

δε μπορεί να προβαίνει σε ιδιωτικοποιήσεις /αποκρατικοποιήσεις στις περιπτώσεις που κάτι

τέτοιο απαγορεύεται ρητά από το Σύνταγμα. Ακόμα λοιπόν και στις περιπτώσεις που έχει το

δικαίωμα να προβεί σ’ αυτές οφείλει να κατοχυρώνει ένα minimum εγγυήσεων για τη

συνεχή και ποιοτική παροχή υπηρεσιών μετά την ιδιωτικοποίηση (κάτι που αποτελεί

άλλωστε συνταγματική επιταγή).

● Κατηγοριοποίηση του πλαισίου των ιδιωτικοποιήσεων από άποψη συνταγματικού δικαίου

Στην παράγραφο αυτή θα αναλυθούν οι περιπτώσεις κατά τις οποίες ισχύουν από το

Σύνταγμα α)απόλυτες απαγορεύσεις στις ιδιωτικοποιήσεις1 β) στη συνέχεια θα

παρουσιασθούν διεξοδικά οι περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες είναι συνταγματικά

επιτρεπτές αλλά υπό όρους2 και γ) θα αναφερθούν οι περιπτώσεις απεριόριστης

δυνατότητας μετατροπής μιας διοικητικής αρχής ή ενός νομικού προσώπου δημοσίου

δικαίου σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που ανήκει στο κράτος3.

_1,2,3Βλ.Σπύρος Β.Βλαχόπουλος<<Ιδιωτικοποίηση:Το συνταγματικό πλαίσιο μιας

πολιτικής απόφασης>> σελ.29-62

Α) Απόλυτες απαγορεύσεις:

Υπάρχουν συνταγματικές διατάξεις που ρητά απαγορεύουν την ιδιωτικοποίηση (αλλά και

την αποκρατικοποίηση).

Το γνωστότερο και συνάμα χαρακτηριστικότερο σε όλους μας παράδειγμα αποτελούν οι

διατάξεις των άρθρων 16παρ.5 Σ, 16 παρ.8 εδ. Β Σ, 16 παρ.4 Σ σύμφωνα με τις οποίες<<η

ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα

δημοσίου δικαίου>>,<<Η σύσταση των ανώτατων σχολών από ιδιώτες

απαγορεύεται>>,<<Οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες στα

κρατικά εκπαιδευτήρια1>>. Όλες οι παραπάνω διατάξεις συνεπάγονται την απαγόρευση

της μετατροπής των κρατικών εκπαιδευτηρίων σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου,

άλλωστε διαφορετική ρύθμιση θα προϋπέθετε την αναθεώρηση των διατάξεων αυτών. Από

τις προαναφερθείσες περιπτώσεις επιπλέον προκύπτει πως οι φορείς παροχής της

τριτοβάθμιας εκπαίδευσης καθορίζονται από το ίδιο το Σύνταγμα. Προς διεύρυνση όλων των

παραπάνω και εγκαταλείποντας τη περίπτωση της εκπαίδευσης, θα μπορούσε να αναφερθεί

και το παράδειγμα της διάταξης του άρθρου 15 παρ.2 Σ στην οποία αναφέρεται πως<<η

ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του κράτους>>,

1Βλ. Αλαμάνης Θανάσης<<Η ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα>>


κάτι που φανερώνει ακόμη πιο έντονα την απαγόρευση μετατροπής μιας διοικητικής αρχής

(και μάλιστα ανεξάρτητης όπως η ραδιοτηλεόραση) σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου.

Β)Συνταγματικά επιτρεπτές ιδιωτικοποιήσεις αλλά υπό ορισμένες προϋποθέσεις:

Πριν αναλυθεί η συγκεκριμένη κατηγοριοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων καλό θα ήταν να

τονιστεί πως κάθε προσπάθεια ιδιωτικοποίησης (ή και αποκρατικοποίησης) του πυρήνα των

αρμοδιοτήτων που ανήκουν στο κράτος θα απέβαινε πάντα άκαρπη. Αναλυτικότερα, στον

πυρήνα αυτό θα μπορούσαν να υπαχθούν η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, η διοίκηση

των οικονομικών του κράτους, η εκτέλεση των ποινών, η απονομή της δικαιοσύνης, κι η

διασφάλιση της εσωτερικής κι εξωτερικής ασφάλειας του κράτους (αστυνόμευση κι εθνική

άμυνα). Μόνο από την αναφορά λοιπόν των αρμοδιοτήτων αυτών γίνεται αντιληπτό πως


οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση τους θα οδηγούσε σε αναίρεση της ίδιας της έννοιας του

κράτους. Προς επίρρωση των προαναφερθέντων πρέπει να μνημονευθεί η απόφαση της

Ολομέλειας του ΣτΕ στο θέμα της μεταβίβασης σε ιδιωτικές εταιρίες της αρμοδιότητας των

Ο.Τ.Α για έλεγχο στάθμευσης οχημάτων. Η κρίση της πλειοψηφίας του ΣτΕ ήταν ότι <<οι

διατάξεις του άρθρου 36 του δημοτικού και κοινοτικού κώδικα και του άρθρου 45 του

νόμου 2218/1994, κατά το μέρος που προβλέπουν ευθέως ή επιτρέπουν την ανάθεση

αστυνομικής φύσεως αρμοδιοτήτων (βεβαίωση της παράβασης, ακινητοποίηση οχημάτων,

επιβολή προστίμων) αντίκεινται στις θεμελιώδεις διατάξεις του άρθρου 1 παρ.3 και 26 παρ.2

του Συνάγματος, κατά την έννοια των οποίων, αστυνομική εξουσία, ως η κατεξοχήν

δημόσια εξουσία και έκφραση κυριαρχίας, ασκείται δια της αστυνομικής αρχής, μόνο από το

Κράτος (και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που κι αυτά είναι αποκεντρωμένες καθ’ ύλην

δημόσιες υπηρεσίες κι όχι από ιδιώτες>>(ΣτΕ 1934/1998,Ολομ.).Η άποψη αυτή όπως θα

αποδειχθεί στη συνέχεια, δε βρίσκει έρεισμα σε καμία συνταγματική διάταξη και συνεπώς

υπερβαίνει τα επιτρεπτά όρια ερμηνείας του Συντάγματος. Αντίθετα η άποψη της

μειοψηφίας δέχτηκε ότι<<δε προσκρούει στο Σύνταγμα η ανάθεση ασκήσεως τέτοιου

είδους δραστηριοτήτων...σε όργανα νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, δεδομένου

ότι...τα όργανα των νομικών αυτών προσώπων αποτελούν, κατά την άσκηση των εν λόγω

αρμοδιοτήτων, δημόσια όργανα κι οι πράξεις τους είναι δυνατό να προσβληθούν,

παραδεκτώς, ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων>>.Η άποψη όμως αυτή της μειοψηφίας

λαμβάνει τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα ως διφυή(άρα κι οι πράξεις τους συνιστούν

εκτελεστές διοικητικές πράξεις προσβαλλόμενες ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων).

Αυτό όμως δεν είναι σημαντικό από άποψη συνταγματικού δικαίου, αφού και σε αυτή την

περίπτωση ο πολίτης έχει τη δυνατότητα να προσφύγει στα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια

χωρίς να τίθεται θέμα παραβίασης του άρθρου 20 παρ.1 Σ. Επιστρέφοντας τώρα στο θέμα

των σχετικών απαγορεύσεων των ιδιωτικοποιήσεων, μπορούμε να επισημάνουμε πως

μολονότι η ιδιωτικοποίηση αρμοδιοτήτων που ανήκουν στον πυρήνα της κρατικής

δραστηριότητας είναι πάντοτε συνώνυμη με την αναίρεση της ίδιας της έννοιας του

κράτους, ωστόσο δεν απαγορεύεται στο τελευταίο η ιδιωτικοποίηση μεμονωμένων μορφών

άσκησης των αρμοδιοτήτων αυτών που προκύπτει και δικαιολογείται από τη φύση των

πραγμάτων: Κατ’ αυτό τον τρόπο έννομη προστασία λόγου χάριν είναι δυνατό να δοθεί και

από τα διαιτητικά δικαστήρια κι όχι μόνο από τα κρατικά, φόροι και τέλη μπορούν να

επιβληθούν και με πράξεις νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, ενώ χαρακτηριστική σ’

αυτή την περίπτωση είναι και η παρακράτηση φόρων από ιδιώτες. Έτσι λοιπόν υπάρχουν

στο Σύνταγμα μας διατάξεις άρθρων που δεν καθιστούν a priori αντισυνταγματική την

ιδιωτικοποίηση των κατεξοχήν κρατικών αρμοδιοτήτων αλλά θέτουν ως όρο την υπαγωγή

των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που θα συσταθούν στην άμεση κρατική εποπτεία.

Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι δυνατό να αναφερθούν αυτά των άρθρων 1 παρ.3

και 26 παρ.2 Σ. Το πρώτο από αυτά ορίζει στη διάταξη του ότι<<όλες οι εξουσίες πηγάζουν

από το Λαό υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το

Σύνταγμα>>Η εν λόγω διάταξη δεν απαγορεύει εκ των προτέρων την ανάθεση

αστυνομικών καθηκόντων σε ιδιώτες αλλά θέτει ως όρο για να γίνει κάτι τέτοιο και να είναι

συνταγματικό, τη διατήρηση της κρατικής εποπτείας επί της μεταβιβασθείσας αρμοδιότητας.

Εξάλλου με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται η δημοκρατική νομιμοποίηση εφόσον την

τελευταία έχουν όχι μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι νομικών προσώπων

δημοσίου δικαίου αλλά και αυτοί των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου με την

προϋπόθεση ότι υπάγονται στην άμεση εποπτεία των κρατικών αρχών. Το ίδιο ισχύει και για

τη διάταξη του δεύτερου άρθρου(26 παρ.2 Σ)που ορίζει ότι<<η εκτελεστική λειτουργία

ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση>>, δεδομένου ότι το

Σύνταγμα δεν ορίζει τον τρόπο άσκησης της λειτουργίας αυτής θα πρέπει να γίνει δεκτό πως

η υλική άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών μπορεί να ανατεθεί από το κράτος και σε ιδιώτες

που θα υπόκεινται πάντως στην άμεση εποπτεία του πρώτου.

Όρια και προϋποθέσεις των ιδιωτικοποιήσεων υπό όρους:

Από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω πρέπει να γίνει σαφές πως η ιδιωτικοποίηση των

αρμοδιοτήτων που είναι στενά συνυφασμένες με την έννοια του κράτους και που

δικαιολογείται από την φύση των πραγμάτων (άσκηση αστυνομικών καθηκόντων, επιβολή

φόρων και τελών κ.α.) επιτρέπεται υπό περιορισμούς.

Οι ειδικότερες προϋποθέσεις - περιορισμοί1 που τίθενται είναι οι εξής: 1.Η πρώτη

αναφέρεται στην άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων. Πιο συγκεκριμένα, με τη θέση της

ανωτέρω προϋπόθεσης ο κοινός νομοθέτης για να καταπολεμήσει την καταστρατήγηση των

συνταγματικών διατάξεων που προστατεύουν τα ατομικά δικαιώματα2, οφείλει να

μεριμνήσει για την κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων και έναντι των νομικών

προσώπων ιδιωτικού δικαίου και έναντι των ιδιωτών(ως φυσικών προσώπων) στο πλαίσιο

άσκησης της ιδιωτικοποιηθείσας δραστηριότητας. Στο σημείο αυτό άλλωστε γίνεται εναργής


ο λόγος για τον οποίο η άποψη του ΣτΕ στο ζήτημα του συνταγματικά επιτρεπτού ή μη του

ελέγχου στάθμευσης των οχημάτων σε ιδιώτες αποδεικνύεται λανθασμένη3 Το ΣτΕ πριν

αποφανθεί αρνητικά σχετικά με το ανωτέρω ζήτημα θα έπρεπε να εξετάσει αν διασφαλίζεται

η ακώλυτη άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων, εάν για παράδειγμα κατοχυρώνεται η

δυνατότητα υποβολής αναφοράς ενώπιον του Ο.Τ.Α που έκανε τη σχετική ανάθεση.

2)Η δεύτερη προϋπόθεση αναφέρεται στη διατήρηση της θέσης του κράτους ως εγγυητή,

της άμεσης δηλαδή εποπτείας του κράτους στη δραστηριότητα που πρόκειται ή έχει ήδη

ιδιωτικοποιηθεί.

1, 2,3, Βλ.Σπύρος Β.Βλαχόπουλος<Ιδιωτικοποίηση:Το συνταγματικό πλαίσιο μιας

πολιτικής απόφασης>> Ειδικότερα, όσο περισσότερο η ιδιωτικοποιηθείσα δραστηριότητα

πλησιάζει στον πυρήνα της κρατικής εξουσίας και παρεισφρύει στα ατομικά δικαιώματα των

πολιτών, τόσο πιο σφοδρή θα πρέπει να είναι η εποπτεία επί του ιδιώτη που ανέλαβε τη

συγκεκριμένη δραστηριότητα. Την εποπτεία αυτή επιβάλλουν τόσο η δημοκρατική

αρχή(άρθρο 1 παρ.3 Σ) όσο κι η αδυναμία της κρατικής εξουσίας να αποσυνδεθεί από την

ευθύνη της για σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων ,την τήρηση της αρχής της

νομιμότητας και τη συνεχή παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο.

3)Τελευταία αναφέρεται η προϋπόθεση της διατήρησης της παροχής ζωτικών δημόσιων

υπηρεσιών κατά τρόπο που να ικανοποιούνται τα συμφέροντα κι οι ανάγκες του κοινωνικού

συνόλου, από τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου πλέον. Στόχος λοιπόν του κοινού

νομοθέτη είναι η θέσπιση των εγγυήσεων αυτών που θα εξασφαλίζουν την ακώλυτη

συνέχεια παροχής των υπηρεσιών και η μέριμνα για την άσκηση των δραστηριοτήτων που

ιδιωτικοποιήθηκαν με τρόπο που να ανταποκρίνεται πλήρως στο κανονιστικό περιεχόμενο

των διατάξεων των άρθρων του Συντάγματος.


Λόγου χάριν η παροχή αστυνομικών υπηρεσιών δε γίνεται να επαφίεται στην ελεύθερη

βούληση των ιδιωτών αλλά αντίθετα οι τελευταίοι οφείλουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους

συνεχώς και σε όλους αδιακρίτως τους πολίτες, αποβλέποντας στην ικανοποίηση του

συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου.1

Παραπάνω εξετάστηκε το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις

οποίες οι υπηρεσίες που ιδιωτικοποιούνται ανήκουν στον πυρήνα της κρατικής εξουσίας2.

Ποια η τύχη όμως του παραπάνω ζητήματος στην περίπτωση κατά την οποία οι υπηρεσίες

αυτές καλύπτουν ζωτικές και στοιχειώδεις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου;(για

παράδειγμα υπηρεσίες παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος). Διατρέχοντας όλες τις

διατάξεις του Συντάγματός μας δε θα βρούμε πουθενά κάποια που να απαγορεύει τη

μετάθεση των εν λόγω υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα(ακόμη και το άρθρο 29 παρ.3 Σ που

κάνει λόγο για <<δημόσιες υπηρεσίες>>δεν περιέχει καμιά τέτοιου είδους απαγόρευση.)

.Άλλωστε θα ήταν δίχως νόημα μια συνταγματική επιταγή διαρκούς κι αδιάκοπης

λειτουργίας δημόσιων επιχειρήσεων και απαγόρευσης πώλησής τους σε ιδιώτες ή

κατάργησής τους με παράλληλη μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων τους στον ιδιωτικό τομέα.

_________________________________

1Βλ.Ανδρέας Γ.Δημητρόπουλος<<Συνταγματικά δικαιώματα Ειδικό μέρος>>,Παραδόσεις

Συνταγματικού Δικαίου ΤΟΜ 3 ΗΜ Β

2Βλ.Δούβλης Βασίλειος<<Ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων>>

Προς επίρρωση του παραπάνω ισχυρισμού είναι δυνατό να αναφερθούν και άλλα δύο

παρόμοια επιχειρήματα. Το πρώτο σχετίζεται με την αρχή της επικουρικότητας του κράτους.

Η αρχή αυτή μολονότι δεν επιβάλλεται από την έννομή μας τάξη υποστηρίζει και σέβεται

την ιδιωτική πρωτοβουλία κι επεμβαίνει μόνο όταν η τελευταία δεν είναι σε θέση ή δεν

καταφέρνει να επιτύχει και να εξασφαλίσει το δημόσιο συμφέρον. Συνεπώς κατ’ αυτό τον

τρόπο όχι μόνο υποστηρίζεται αλλά και επικροτείται η ιδιωτική πρωτοβουλία. Το δεύτερο

προκύπτει από το συνδυασμό ορισμένων διατάξεων του Συντάγματος: Το άρθρο 23 παρ.2 Σ

επιτρέπει τον περιορισμό της απεργίας του προσωπικού<<των κάθε μορφής επιχειρήσεων

δημοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, που η λειτουργία τους έχει ζωτική σημασία για την

εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου>>, το άρθρο 29 παρ.3 ορίζει

ότι<<απαγορεύονται οι οποιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ ή κατά πολιτικού κόμματος,

κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, στους υπαλλήλους του Δημοσίου, Ο.Τ.Α, άλλων

νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή δημοσίων επιχειρήσεων...ή ως μέτοχο>> , τέλος η

διάταξη του άρθρου 106 παρ.3 επιτρέπει την αναγκαστική εξαγορά επιχειρήσεων<<εφόσον

οι επιχειρήσεις αυτές έχουν χαρακτήρα μονοπωλίου ή ζωτική σημασία για την αξιοποίηση

των πηγών του εθνικού πλούτου, ή έχουν ως κύριο σκοπό την παροχή υπηρεσιών στο


κοινωνικό σύνολο>>. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως ακόμη κι αν δεν επιβάλλεται

συνταγματικά η ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών που έχουν ζωτική σημασία για το κοινωνικό

σύνολο, δεν υπάρχει καμία συνταγματική διάταξη που να απαγορεύει την παραχώρηση των

εν λόγω υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα. Αντίθετα, υπάρχουν πειστικά επιχειρήματα όπως

τα προαναφερθέντα που τάσσονται υπέρ της παραπάνω άποψης(επικουρικότητα κράτους,

συνδυασμός άρθρων 23 παρ.2,29 παρ.3,106 παρ.3 Σ).

Όσον αφορά τώρα στις συνταγματικές υποχρεώσεις του κράτους, είναι γνωστό πως η

κρατική εξουσία οφείλει να προστατεύει την οικογένεια, τη μητρότητα, την παιδική

ηλικία(άρθρο 21 παρ.1 Σ), τον αθλητισμό(άρθρο 16 παρ.9 Σ), την υγεία των πολιτών και

την απόκτηση κατοικία από αυτούς(άρθρο 21 παρ.3 και 4 Σ)κ.α. Παρ’ όλ’ αυτά όμως το

Σύνταγμα δεν ορίζει και τον τρόπο εκπλήρωσης των υποχρεώσεων αυτών. Υπό το δεδομένο

αυτό η απάντηση στο ερώτημα εάν είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα η ιδιωτικοποίηση (ή

αποκρατικοποίηση) δραστηριοτήτων που σχετίζονται άμεσα με την εκπλήρωση των

παραπάνω υποχρεώσεων, είναι καταφατική. Αναλυτικότερα, εξετάζοντας ως παράδειγμα την

περίπτωση κατάργησης των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης και ιδιωτικοποίησης τους,

γίνεται αντιληπτό πως η διάταξη του άρθρου 22 παρ.4 Σ <<Το Κράτος μεριμνά για την

κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει>> δεν επιβάλλει τη λειτουργία

των οργανισμών αυτών και συνεπώς η μετατροπή τους σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού

δικαίου ελεγχόμενα από το κράτος ή ακόμη και κατάργησή τους, δεν προσκρούει στην

ανωτέρω συνταγματική διάταξη. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο κοινός νομοθέτης μπορεί να τους

καταργήσει μόνο βεβαίως, εφόσον με αυτό τον τρόπο δεν καταστρατηγείται το κανονιστικό

περιεχόμενο του άρθρου 22 παρ.4 Σ. Αυτό βέβαια που πρέπει να ισχύει σε κάθε περίπτωση

(και σε αυτή των συνταγματικών υποχρεώσεων του κράτους και σε αυτή των υπηρεσιών με

ζωτική σημασία για το κοινωνικό σύνολο) είναι η συνέχιση της παροχής και εξασφάλισης

τόσο των συνταγματικών υποχρεώσεων όσο και των ζωτικών υπηρεσιών προς όλους τους

πολίτες ώστε να υφίστανται οι απαραίτητες εγγυήσεις για τη διασφάλισή τους αλλά και για

την επιβολή της αυστηρής κι άμεσης εποπτείας του κράτους.

Γ)Απεριόριστη δυνατότητα ιδιωτικοποίησης.

Με εξαίρεση τις προαναφερθείσες περιπτώσεις σε όλες τις υπόλοιπες, η ιδιωτικοποίηση είναι

επιτρεπτή χωρίς περιορισμούς ή απαγορεύσεις. Έτσι, είναι δυνατή η πώληση μίας τράπεζας

του δημοσίου τομέα σε ιδιώτες και η εποπτεία επ’ αυτής δεν είναι απαραίτητο να είναι

εντονότερη από αυτή που ισχύει για τις λοιπές ιδιωτικές τράπεζες. Σ’ αυτή την κατηγορία

μπορούν να υπαχθούν και οι βιομηχανίες παραγωγής προϊόντων (εφόσον βέβαια η

παραγωγή των προϊόντων δεν είναι ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο).

● Σε ποιόν ανήκει η αρμοδιότητα μεταβίβασης στον ιδιωτικό τομέα

Η απάντηση της συγκεκριμένης ερώτησης είναι κρίσιμη και απαραίτητη για την πλήρη

κατανόηση του ζητήματος της ιδιωτικοποίησης και θα δοθεί αφού εξετάσουμε την

αρμοδιότητα στο συγκεκριμένο ζήτημα αφ’ ενός του τυπικού νομοθέτη κι αφ’ ετέρου της

κανονιστικώς δρώσας διοίκησης.1

Η διάταξη του άρθρου 43 παρ.2 Σ ορίζει πως μόνο<<ύστερα από πρόταση του αρμόδιου

Υπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου

και μέσα στα όριά της>>. Κάτι τέτοιο όμως υποδηλώνει πως η ιδιωτικοποίηση μιας

δραστηριότητας(είτε αυτή εμφανίζεται με τη μορφή της πώλησης μιας δημόσιας επιχείρησης

σε ιδιώτες, είτε με αυτή της κατάργησης ενός κρατικού μονοπωλίου ή με τη μορφή της

εξολοκλήρου ανάθεσης της κρατικής δραστηριότητας σε ιδιώτες),θα προβλέπεται είτε σε

νομοθετική διάταξη ή σε κανονιστική διοικητική πράξη που θα νομιμοποιείται με νομοθετική

διάταξη. Συνεπώς, η παρέμβαση του νομοθέτη είναι ρυθμιστική κι απαραίτητη, πόσο μάλλον

σε ζητήματα που σχετίζονται άμεσα με τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας ή με την παροχή

υπηρεσιών με ζωτική σημασία για το κοινωνικό σύνολο ή την εκπλήρωση συνταγματικών

υποχρεώσεων, ζητήματα τα οποία υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του τυπικού

νομοθέτη.

____________________________

1Βλ.Σπύρος Β.Βλαχόπουλος<<Ιδιωτικοποίηση:Το συνταγματικό πλαίσιο μιας πολιτικής

απόφασης>>

Παρ’ όλ’ αυτά υφίσταται δυνατότητα ρύθμισης ζητημάτων με κανονιστική διοικητική πράξη.

Βέβαια το γενικότερο πλαίσιο ιδιωτικοποίησης ρυθμίζεται από το νομοθέτη και μόνο

δυνατότητα εξειδίκευσης του πλαισίου αυτού υπάρχει από την κανονιστικώς δρώσα

διοίκηση. Γι’ αυτό και στην τελευταία επιτρέπεται μόνο η ρύθμιση ζητημάτων τεχνικού ή

λεπτομερειακού χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, όταν τίθενται ειδικές συνταγματικές

προϋποθέσεις στις περιπτώσεις των ιδιωτικοποιήσεων, όπως για παράδειγμα η πώληση μιας

τράπεζας του δημοσίου τομέα και εφόσον φυσικά πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου

43 παρ.2 Σ, η δραστηριότητα του κανονιστικού νομοθέτη παρουσιάζεται ευρέως ρυθμιστική.


Αντιθέτως, ιδιαιτέρως έντονη εμφανίζεται για ακόμα μια φορά, η αποκλειστική αρμοδιότητα

του τυπικού νομοθέτη όσο περισσότερο η δραστηριότητα που ιδιωτικοποιήθηκε συνεπάγεται

επέμβαση στα ατομικά δικαιώματα των πολιτών(για παράδειγμα η αποκλειστική αρμοδιότητα

του τυπικού νομοθέτη στη ρύθμιση ζητημάτων που αφορούν στην ανάθεση αρμοδιοτήτων

αστυνομικής φύσης στον ιδιωτικό τομέα). Έτσι λοιπόν, με εξαίρεση τα ζητήματα που

υπάγονται αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του τυπικού νομοθέτη, υπάρχει δυνατότητα για

τα ζητήματα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα ή για τις ιδιωτικοποιήσεις για τις οποίες

τίθενται ειδικές συνταγματικές προϋποθέσεις ρύθμισής τους και με κανονιστική διοικητική

πράξη.

● Ιδιωτικοποιήσεις και Ευρωπαϊκή Ένωση

Στο σημείο αυτό της συγκεκριμένης μελέτης θα αναλυθεί το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων

από μια διαφορετική σκοπιά. Θα παρουσιαστεί η πορεία ένταξής τους σε ορισμένους

κλάδους της Ε.Ε, οι χώρες(καθώς και το παράδειγμα της Ελλάδας)στις οποίες άρχισε να

πρωτοεμφανίζεται και σταδιακά να παγιώνεται η μετατροπή ενός νομικού προσώπου

δημοσίου δικαίου ή μιας διοικητικής αρχής σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου

ελεγχόμενο από το κράτος, τα αίτια τα οποία ώθησαν στην παραπάνω μετατροπή και τέλος

οι συνέπειες των ιδιωτικοποιήσεων αυτών για τις χώρες της Ε.Ε.

Η πορεία προς το άνοιγμα των αγορών και την απελευθέρωση για τις ιδιωτικοποιήσεις1

Με τη Συνθήκη της Ρώμης(25/3/1957)τέθηκαν οι πρώτες βάσεις διαμόρφωσης του

κατάλληλου πλαισίου για την απελευθέρωση αγορών και την ανάπτυξη το ανταγωνισμού.

Από το 1984 η απελευθέρωση των αγορών που τις προηγούμενες δεκαετίες βρισκόταν σε

πρώιμο στάδιο αρχίζει να εφαρμόζεται εμπράκτως με τρεις διαφορετικούς τρόπους:

1 Βλ. Γιώργος Μ.Παπαϊωάννου<<Οικονομική Πολιτική και Ο.Ν.Ε>>, Παυλόπουλος

Παναγιώτης <<Ιδιωτικοποίηση σε αναπτυγμένες χώρες>>

Α)Τα όργανα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας διεκδικούν πλέον την άσκηση ελέγχου επί του

μεριδίου των επιχειρήσεων που εξαγοράζουν φορείς του δημοσίου τομέα.

Β)Μέσω της έμφασης στις υποχρεώσεις των Κρατών-Μελών για τη διαφύλαξη της

αποδοτικότητας των κανόνων δικαίου, παρέχεται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο η δυνατότητα

άσκησης ελέγχου στη λειτουργία των εθνικών μονοπωλίων.

Γ)Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο μπορεί να ελέγχει κάθε εθνικό μέτρο που έχει την ικανότητα να

επηρεάσει τις εισαγωγές, ακόμη κι αν το μέτρο αυτό δεν αποσκοπεί άμεσα σε ορισμένη

μορφή προστασίας.

Οι αρχές της δεκαετίας του 1990 φέρουν την Κοινότητα αντιμέτωπη με δύο αντίρροπες

τάσεις:από τη μια πλευρά η τάση για αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής

Οικονομίας κι από την άλλη η τάση των πολιτών να εξασφαλίσουν την ύπαρξη ενός

περισσότερου <<κοινωνικού κράτους>>.Αυτό που άρχισε να εφαρμόζεται έμπρακτα τη

δεκαετία του 1980, το 1992 με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ εκφράστηκε με μια αυξανόμενη

τάση ιδιωτικοποιήσεων. Η τάση αυτή είχε τις ρίζες της στη Μεγάλη Βρετανία και την

πολιτική της Μάργκαρετ Θάτσερ που ως απόρροια είχε οι ιδιωτικοποιήσεις να αποτελούν για

τα κράτη-μέλη έναν εύκολο και αποδοτικό τρόπο για την αύξηση των εσόδων τους.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι εθνικές αρχές των κρατών-μελών μπορούσαν να

χορηγούν ειδικά μονοπωλιακά δικαιώματα σε δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις που

παρείχαν υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος (ταχυδρομικές, τηλεπικοινωνιακές

επιχειρήσεις) κάτι που έφερε στο επίκεντρο τα μονοπωλιακά δικαιώματα, καθώς η Επιτροπή

θεώρησε αναγκαία την εισαγωγή ανταγωνισμού σε αυτούς τους κλάδους απαραίτητη.

Γενικότερα, οι ιδιωτικοποιήσεις αποτέλεσαν κατά κύριο λόγο μέσο κι όχι σκοπό για την

επίτευξη των οικονομικών στόχων από την Ε.Ε.

Κλάδοι που επηρεάστηκαν από την ιδιωτικοποίηση

Στο χώρο της Ε.Ε, πολλές χώρες τέθηκαν σε εγρήγορση για τη μείωση των ελλειμμάτων

του προϋπολογισμού και των χρεών του κράτους. Εν αντιθέσει προς τις ιδιωτικοποιήσεις

που γίνονται με σχετικά εύκολο τρόπο σε επιχειρήσεις σε ανταγωνιστικούς

κλάδους(μεταποίηση, τράπεζες), οι επιχειρήσεις σε μη ανταγωνιστικούς κλάδους όπως οι

τηλεπικοινωνίες, η ενέργεια και οι μεταφορές δεν ήταν εύκολο να περάσουν στο στάδιο της

ιδιωτικοποίησης για λόγους κοινωνικοοικονομικοπολιτικούς. Τόσο το μέγεθος των

επιχειρήσεων αυτών όσο κι η αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης για τηλεπικοινωνιακές

επιχειρήσεις κατέστησαν τις επιχειρήσεις αυτές δημοφιλείς στους επενδυτές. Άλλωστε κατά

τη δεκαετία του 1990 οι πωλήσεις των τηλεπικοινωνιακών αποτέλεσαν τη μεγαλύτερη πηγή

εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις στις περισσότερες χώρες. Η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή

ενέργειας στην Ευρώπη, ο ηλεκτρισμός αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους

της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με τη σειρά του μπορεί να αναφερθεί το φυσικό αέριο. Στους

δύο τελευταίους κλάδους αν και δεν έχει παρατηρηθεί μεγάλη ανάπτυξη, παρατηρούνται


τάσεις απελευθέρωσης τους. Τέλος, στον τομέα των μεταφορών, ήδη από τη Συνθήκη της

Ρώμης είχε αρχίσει η απελευθέρωση κι ανάπτυξη του ανταγωνισμού σε πανευρωπαϊκό

επίπεδο, αυτός είναι κι ο λόγος που θεωρείται ως ο τομέας με το μεγαλύτερο ανταγωνισμό.

Ιδιωτικοποιήσεις και χώρες της Ε.Ε.

Στην Ε.Ε. ο δημόσιος τομέας μπορεί να χωριστεί στις δημόσιες επιχειρήσεις, σε εταιρίες στις

οποίες ως βασικός μέτοχος συμμετέχει το κράτος και στις δημόσιες επιχειρήσεις που

εξυπηρετούν τόσο το δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα . Κυρίαρχα μοντέλα στον τομέα

των ιδιωτικοποιήσεων υπήρξαν κυρίως τρία: το Βρετανικό(μοντέλο της δημόσιας

επιχείρησης), το Γαλλικό(<>) και το Ιταλικό(συνδυασμός Γαλλικού και Βρετανικού

μοντέλου). Κάθε ένα από αυτά τα μοντέλα έχει ως στόχο την αξιοποίηση των

πλεονεκτημάτων του εθνικού οικονομικού και χρηματοοικονομικού συστήματος. Στις χώρες

της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης η κρατική διοίκηση υπήρξε σχεδόν ο μοναδικός

τύπος ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Κατ’ αυτό τον τρόπο η πτώση των σοσιαλιστικών

καθεστώτων έθεσε ως πρωταρχικό στόχο των κυβερνήσεων την αποκρατικοποίηση.

Ιδιωτικοποιήσεις και Ελλάδα

Στην Ελλάδα οι ιδιωτικοποιήσεις αποτέλεσαν μια επώδυνη εμπειρία, όσον αφορά στη

διαδικασία τους, τόσο για τους πολιτικούς όσο και για τους κοινωνικούς εμπλεκόμενους

φορείς. Ο σχεδιασμός κι η υλοποίησή τους ξεκίνησε στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1990

όταν ψηφίστηκε κι ο Νόμος 2000/1991<<Για την αποκρατικοποίηση, απλούστευση των

διαδικασιών εκκαθάρισης, ενισχύσεως των κανόνων του ανταγωνισμού κ.α διατάξεις>>. Η

πρώτη μεγάλη ιδιωτικοποίηση που επιχειρήθηκε στην Ελλάδα ήταν αυτή του Ο.Α.Σ.Α.

(εταιρία αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας) το 1993. Σειρά είχε το 1994 η οργανωμένη

προσπάθεια ιδιωτικοποίησης του Ο.Τ.Ε κι οι δύο όμως απέτυχαν, μάλιστα στην πρώτη

περίπτωση οι έντονες αντιδράσεις οδήγησαν σε εκ νέου κρατικοποίηση της εταιρίας από την

επόμενη κυβέρνηση. Τελικά, η πρώτη επιτυχής μεγάλη ιδιωτικοποίηση στην Ελλάδα

πραγματοποιείται το 1998 με την πώληση της Ιονικής Τράπεζας. Από τότε και μέχρι το 2002

τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις έφτασαν και ξεπέρασαν τα 3 δις. Ευρώ, φυσικά πρέπει να

αναφερθεί πως αυτή την αποδοτικότητα των ιδιωτικοποιήσεων βοήθησαν κατά το

μεγαλύτερο βαθμό οι πιέσεις για βελτίωση των δημοσιονομικών μας μεγεθών εν όψει της

ένταξής μας στην ΟΝΕ. Μέχρι τις μέρες μας, η πιο οργανωμένη ιδιωτικοποίηση είναι αυτή

του Ο.Τ.Ε .

Μετά την προαναφερθείσα πρώτη αποτυχία(1994) λόγω μη κατάλληλης μεθόδευσης, η

δεύτερη προσπάθεια στέφθηκε με επιτυχία και σήμερα το ποσοστό συμμετοχής του

δημοσίου τομέα στον οργανισμό αυτό έχει περιοριστεί μόνο στο 33,7%. Η επέκταση των

ιδιωτικοποιήσεων αποτελεί πρωταρχικό στόχο της οικονομικής πολιτικής της χώρας μας.

Εξάλλου, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας υπολογίζει πως οι τελευταίες θα μπορέσουν να

επιτύχουν τη μείωση του δημόσιου χρέους κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες μέχρι το τέλος του

2005.

Συνέπειες των ιδιωτικοποιήσεων για τις ευρωπαϊκές χώρες

Οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούν ένα από τα κύρια συστατικά της δημόσιας πολιτικής και κατ’

αυτό τον τρόπο η δραστηριότητά τους δεν αφήνει ανέπαφες τις χώρες στις οποίες

εφαρμόζονται. Πιο αναλυτικά, σημαντική συνέπεια των ιδιωτικοποιήσεων αποτελεί ο

περιορισμός του ρόλου του κράτους ως ιδιοκτήτη μέσων παραγωγής κάτι που συντέλεσε

στην άμεση απελευθέρωση των αγορών (τηλεπικοινωνίες) και στην ανάπτυξη το

ανταγωνισμού προς όφελος πάντα των καταναλωτών. Άλλη συνέπεια των ιδιωτικοποιήσεων

για τις χώρες της Ε.Ε αποτελεί η ανάπτυξη των αγορών κεφαλαίου, κάτι που έλαβε χώρα

μέσω δημοσίων προσφορών μετοχών που προσέλκυσαν νέους επενδυτές. Η πιο σημαντική

όμως από όλες τις συνέπειες(σε επίπεδο οικονομίας) είναι αυτή της αξιοσημείωτης αύξησης

των εσόδων του δημοσίου. Εξάλλου, στις περισσότερες περιπτώσεις τα ποσά από την

πώληση των μεριδίων κρατικών επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιούνταν εισέπραττε το κράτος

κι όχι η εν λόγω επιχείρηση.

Το μέλλον διαγράφεται ευοίωνο για τη συνέχεια και την αποδοτικότητα των

ιδιωτικοποιήσεων. Κι έξω όμως από το πλαίσιο της Ε.Ε, αναμένονται εξελίξεις στον τομέα

αυτό σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Κίνα κι η Ινδία.

● Συγκεντρωτικές παρατηρήσεις

Με βάση όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω μπορούμε να επισημάνουμε ορισμένα

νευραλγικά σημεία της μελέτης αυτής ως συγκεντρωτικές παρατηρήσεις.

Από τα προαναφερθέντα έγινε αντιληπτό ότι μπορεί μεν ο συντακτικός νομοθέτης να μην

καθορίζει τι θα ιδιωτικοποιηθεί και τι όχι αφήνοντας τη σχετική απόφαση στον κοινό

νομοθέτη, οριοθετεί δε το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί ο τελευταίος. Οι ιδιωτικοποιήσεις

αποτελούν ένα πολυσύνθετο ζήτημα που έχει προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις. Όσοι

τάσσονται υπέρ αυτής τονίζουν τη σημασία τους στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των

παρεχόμενων υπηρεσιών, στην εξοικονόμηση των δημοσίων δαπανών καθώς και στην


αποδέσμευση από τις νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν για τον δημόσιο τομέα. Από την

άλλη μεριά όσοι αντιμετωπίζουν τη μετατροπή ενός ν.π.δ.δ ή μιας διοικητικής αρχής σε

ν.π.ι.δ. που ανήκει στο κράτος, με καχυποψία διατείνονται πως οι ιδιωτικοποιήσεις ευνοούν

την ικανοποίηση των ιδιωτικών συμφερόντων σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος, καθώς

κι ότι οι τελευταίες αποπροσανατολίζουν από το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου

στρέφοντας το ενδιαφέρον αποκλειστικά στην επίτευξη του οικονομικού κέρδους. Το

σίγουρο είναι πως για να αποφανθούμε με αντικειμενικότητα στο συγκεκριμένο ζήτημα

πρέπει να σταθμιστούν από τον κοινό νομοθέτη διάφοροι παράγοντες(μορφή

ιδιωτικοποίησης) δίχως αυτό να σημαίνει πως το Σύνταγμα θα επιβάλλει ή θα απαγορεύσει

την ιδιωτικοποίηση(κάτι που δε συνάγεται άλλωστε ούτε από το γράμμα ούτε από το σκοπό

του νόμου) . Αντιθέτως θα μεριμνήσει μόνο για το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο που θα τη

διέπει.

● Συμπεράσματα

Από τη συγκεκριμένη μελέτη είναι να δυνατό να συναχθούν ορισμένα συμπεράσματα που

θα βοηθήσουν στην πλήρη κατανόηση της έννοιας και της σημασίας των ιδιωτικοποιήσεων

καθώς και της επίδρασής τους επί των συνταγματικών δικαιωμάτων.

1) Αρχικά, όπως διατυπώθηκε κι ανωτέρω με τον όρο ιδιωτικοποίηση δηλώνεται η μη

άσκηση μιας δραστηριότητας από το δημόσιο νομικό πρόσωπο του κράτους ή ένα νομικό

πρόσωπο δημοσίου δικαίου, αλλά αντιθέτως από ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που

ανήκει στο κράτος. Με τον όρο αποκρατικοποίηση, περιγράφεται η γνήσια μεταβίβαση

αρμοδιοτήτων κι επιχειρήσεων στον ιδιωτικό τομέα. 2)Απόρροια του ευρωπαϊκού κοινοτικού

δικαίου όσο και του σύγχρονου εθνικού δικαίου αποτελεί η διαρκώς αυξανόμενη τάση

ιδιωτικοποιήσεων που καλύπτει όλο και περισσότερους τομείς της κοινωνικής ζωής.

Άλλωστε, οι πρώτες προσπάθειες ιδιωτικοποίησης είχαν ήδη ξεκινήσει στις χώρες της Ε.Ε

από το 1953 με τη <<Συνθήκη της Ρώμης>>παράλληλα με μια τάση απελευθεροποίησης

της αγοράς. Ήδη στις μέρες μας, έχει αυξηθεί η κεφαλαιοποίηση της αγοράς και οι στόχοι

της Ε.Ε δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για ένα μεγάλο δημόσιο τομέα.13)Ο κίνδυνος που

αντιμετωπίζει το συνταγματικό δίκαιο στο πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων είναι αυτός της

αναίρεσης του κανονιστικού περιεχομένου των διατάξεών του και συγκεκριμένα αυτών που

κατοχυρώνουν τα ατομικά δικαιώματα, τη δημοκρατική αρχή και παρέχουν εγγυήσεις για τη

συνεχή λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.2

4)Στις περισσότερες περιπτώσεις το Σύνταγμα επιτρέπει την ιδιωτικοποίηση υπό ορισμένες

προϋποθέσεις(κατοχύρωση ατομικών δικαιωμάτων, διατήρηση της κρατικής εποπτείας στην

δραστηριότητα που ιδιωτικοποιήθηκε, εγγύηση διασφάλισης της συνέχειας της παροχής

υπηρεσιών).

1Βλ. Γιώργος Μ.Παπαιωάννου<<Οικονομική Πολιτική και Ο.Ν.Ε>>

2Βλ.Σπύρος Β.Βλαχόπουλος<<Ιδιωτικοποίηση:Το συνταγματικό πλαίσιο μιας απόφασης>>


Οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις τίθενται όταν η ιδιωτικοποίηση αφορά δραστηριότητες

που συνδέονται με τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας(αστυνομικής φύσης

αρμοδιότητες),την παροχή υπηρεσιών ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο και την

εκπλήρωση των συνταγματικών υποχρεώσεων. Σε ελάχιστες περιπτώσεις απαγορεύεται από

το Σύνταγμα ρητά την ιδιωτικοποίηση κρατικών δραστηριοτήτων. Στις υπόλοιπες των

περιπτώσεων δεν τίθενται συνταγματικά όρια ως προς την ιδιωτικοποίηση.

5)Μολονότι, ο τυπικός νομοθέτης είναι αρμόδιος για τα ζητήματα που αφορούν στην

ιδιωτικοποίηση, επιτρέπεται υπό τους όρους του άρθρου 43 παρ.2 Σ και η δράση της

κανονιστικώς δρώσας διοίκησης με την έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων.

6) Τέλος, γίνεται φανερό πως ο ρόλος του Συντάγματος και ιδιαίτερα των συνταγματικά

κατοχυρωμένων δικαιωμάτων αποτελεί το πλαίσιο για τη λήψη απόφασης από τον κοινό

νομοθέτη σχετικά με τις ιδιωτικοποιήσεις. Παράλληλα, σταδιακά μεταβάλλεται ο ρόλος του

κράτους από ρόλο άσκησης αρμοδιοτήτων σε ρόλο εποπτείας επί των δραστηριοτήτων που

ιδιωτικοποιήθηκαν.

● Περίληψη

Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων εν συναρτήσει με τα

όρια που τίθενται σε αυτή, από άποψη συνταγματικού δικαίου καθώς και το βαθμό που

αυτές κατοχυρώνουν ή αντιθέτως καταστρατηγούν τα συνταγματικά δικαιώματα. Οι

ιδιωτικοποιήσεις έρχονται σε αντίθεση με πολλές θεωρίες που υποστηρίζουν την ύπαρξη

ενός εκτεταμένου δημοσίου που διασφαλίζει την αποτελεσματικότητα εκεί όπου η αγορά

αποτυγχάνει. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ακολουθώντας μια συγκεκριμένη διαδικασία ,


το Σύνταγμα επιτρέπει την ιδιωτικοποίηση υπό ορισμένες προϋποθέσεις (κατοχύρωση

ατομικών δικαιωμάτων, διατήρηση της κρατικής εποπτείας στην δραστηριότητα που

ιδιωτικοποιήθηκε, εγγύηση διασφάλισης της συνέχειας της παροχής υπηρεσιών). Οι

προαναφερθείσες προϋποθέσεις τίθενται όταν η ιδιωτικοποίηση αφορά δραστηριότητες που

συνδέονται με τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας(αστυνομικής φύσης αρμοδιότητες),την

παροχή υπηρεσιών ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο και την εκπλήρωση των

συνταγματικών υποχρεώσεων. Σε ελάχιστες περιπτώσεις απαγορεύει ρητά την

ιδιωτικοποίηση κρατικών δραστηριοτήτων. Στις υπόλοιπες δεν τίθενται συνταγματικά όρια

ως προς την ιδιωτικοποίηση. Όσον αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις στο πλαίσιο της Ε.Ε είναι

αλήθεια πως από πολύ νωρίς έθεσαν τη βάση των ιδιωτικοποιήσεων συνεχίζοντας μέχρι και

σήμερα, απελευθερώνοντας την αγορά κι αίροντας τα κρατικά μονοπώλια. Το μέλλον

διαγράφεται ευοίωνο για τη συνέχεια και την αποδοτικότητα των ιδιωτικοποιήσεων.

●Summary

The current research deals with the issue of<>(ιδιωτικοποίηση)in connection with the

constitutional limits which are set as far as Constitutional Law is concerned in addition the

grade that<>defends or on the contrary circumvents constitutional rights. <> are opposed

to many theories that sustain the existence of one extensive public domain which secures

the effectiveness there, where the market fails. In most cases the Constitution permits <>

under certain circumstances (securing of individual rights, preserving of state’s supervision

in the privalised activity, security of the continuation of good’s giving). The presuppositions

mentioned above are set when <>concerns activities that are in connection with the core

of state’s power (competencies of the police), the giving of services which are really

important for the society and the fulfilment of constitutional obligations. In the least of the

cases it prohibits clearly the <> of state’s activities. In the rest, constitutional limits are

not set as far as <> is concerned. In the frame of European Union, the base for the <>

was set really early by releasing the market and raising state’s monopoly. Future draws

out auspicious for the continuation of <>.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) Αλαμάνης Π.Θανάσης<<Ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης στην

Ελλάδα:συμβολή στη μελέτη της παρ.5 εδ.1 και 16 του Συντάγματος

1975/1986>>,Σάκκουλας 1989 Αθήνα

2) Αστρακάς Γεώργιος<<Εξέλιξη μεγέθους κράτους στην Ελλάδα και στις χώρες της Ε.Ε

από το 1974 και μετά και Ιδιωτικοποίηση>>,Σάκκουλας 1999,Αθήνα

3) Βλαχόπουλος Σπύρος Β.<<Ιδιωτικοποίηση: Το συνταγματικό πλαίσιο μιας

απόφασης>>,Σάκκουλας 1999, Αθήνα

4) Γώγος Ε. Κωνσταντίνος<<Η πορεία προς το ευρωπαϊκό σύνταγμα κι η πρόσφατη

αναθεώρηση του ελληνικού συντάγματος:προοπτικές>>,Σάκκουλας 2002, Αθήνα


5) Δημητρόπουλος Ανδρέας<<Συνταγματικά δικαιώματα>>Γενικό-Ειδικό μέρος(Τόμος Γ-

Ημίτομος I,Τόμος Γ Ημίτομος II), Σάκκουλας 2005, Αθήνα


6) Μαυριάς Γ. Κώστας<<Συνταγματικό Δίκαιο>>, Σάκκουλας 2004,Αθήνα

7) Παπασωτηρίου Σωτήρης<<Δρόμοι προς την ιδιωτικοποίηση

πρωτοβουλιών>>,Παπαζήσης 1988,Αθήνα


8) Παπαϊωάννου Μ. Γιώργος<<Οικονομική Πολιτική και Ο.Ν.Ε>>,Σάκκουλας 2003, Αθήνα

9) Παυλόπουλος Π.Γ.<<Το ελληνικό πρόβλημα ιδιωτικοποίησης στα πλαίσια της διεθνούς

εμπειρίας>>,Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών>>,ΙΒΕ 1989,Αθήνα

10) Σάββας Ευστάθιος, Κονδύλης Εμμανουήλ<<Ιδιωτικοποίηση και

παραγωγικότητα>>Παπαζήσης 1993,Αθήνα

ΕΙΝΑΙ  ΙΕΡΟ  ΚΑΘΗΚΟΝ   ΤΟΥ  ΕΛΛΗΝΑ  ΝΑ   ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ  ΤΗΝ   ΓΝΩΣΗ  

ΣΤΟΥΣ  ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ...

ΝΑ  ΤΟΥΣ  ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ  ΤΗΝ  ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ   ...

ΜΕΤΑ  ΜΠΟΡΟΥΝ  ΟΙ  ΙΔΙΟΙ   ΝΑ  ΑΠΟΦΑΣΙΣΟΥΝ  ...


ΚΟΤΣΟΒΟΛΗ   ΜΑΡΙΑ   ΤΟΥ   ΛΑΜΠΡΟΥ 
ΥΠΟΨ.  ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ  ΝΟΜΟΥ  ΛΕΥΚΑΔΟΣ  .
ΤΗΛ :  6986671319 
Email :  mariakotsovoli01@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου


Ο ΕΛΛΑΝΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ 6ΟΟ:
ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΟΛΙΤΗΣ;


ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Post Top Ad